Στην πρόπτωση, η μήτρα βρίσκεται σε θέση χαμηλότερη από την ανατομικά φυσιολογική, λόγω χαλάρωσης των ιστών που την κρατούν στη θέση της. Η πρόπτωση μπορεί να είναι ασυμπτωματική (να μη δίνει συμπτώματα) ή και να προκαλεί πολύ έντονα συμπτώματα. Η αντιμετώπισή της μπορεί να γίνει με μεγάλη επιτυχία χειρουργικά. Και σε αυτόν τον τομέα της γυναικολογίας (ουρογυναικολογία), η λαπαροσκοπική χειρουργική κερδίζει έδαφος.

Σε αυτούς αναγνωρίζεται η προχωρημένη ηλικία. Μετά την εμμηνόπαυση, και λόγω ατροφίας από την έλλειψη οιστρογόνων, οι διάφοροι σύνδεσμοι που κρατούν τη μήτρα στην ανατομική της θέση χαλαρώνουν, με αποτέλεσμα η μήτρα να σημειώνει κάθοδο. Άλλος σημαντικός παράγοντας που αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης πρόπτωσης μήτρας είναι η πολυτοκία, και συγκεκριμένα το ιστορικό κολπικών τοκετών. Αν και η ίδια η κύηση μπορεί να επιφέρει, ως ένα βαθμό, επιβάρυνση του πυελικού εδάφους, το φαινόμενο είναι πιο έντονο μετά από φυσιολογικό τοκετό, και ειδικά μετά από υποβοηθούμενο κολπικό τοκετό. Επίσης, το αυξημένο βάρος μπορεί να αυξήσει και τον κίνδυνο επανεμφάνισης της πρόπτωσης μήτρας μετά από χειρουργική αποκατάσταση. Σε ορισμένες περιπτώσεις, νόσοι του κολλαγόνου κάνουν τους συνδέσμους που στηρίζουν τη μήτρα πιο ασθενείς, οπότε και η πρόπτωση μπορεί να εμφανιστεί σε νεαρότερη ηλικία. Καταστάσεις που σχετίζονται με χρόνια αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης, όπως ο χρόνιος βήχας και η χρόνια δυσκοιλιότητα, αποτελούν, επίσης, παράγοντες κινδύνου.

Όπως προαναφέραμε, σε κάποιες περιπτώσεις, η πρόπτωση μπορεί να μη δίνει συμπτώματα. Αυτό είναι πιο πιθανό να συμβαίνει όταν η πρόπτωση είναι 1ου ή 2ου βαθμού (υπάρχουν διάφορα συστήματα ταξινόμησης της πρόπτωσης, τα οποία, όμως δεν αποτελούν το αντικείμενο αυτής της δημοσίευσης). Συχνότερα όμως, και ειδικά όταν πρόκειται για πρόπτωση 3ου βαθμού, συνοδεύεται και από αίσθημα ΄΄τραβήγματος΄΄, δυσφορία στον κόλπο και/ή πόνο στην κοιλιακή χώρα. Δεν είναι, επίσης, σπάνιο να συνυπάρχει και ακράτεια ούρων και/ή δυσκολία κένωσης του εντέρου. Η παρουσία της πρόπτωσης μπορεί, εύλογα, να επηρεάσει τη γενικότερη ψυχολογία και τη σεξουαλική ζωή της γυναίκας, καθιστώντας την επαφή δυσάρεστη ή και επώδυνη.

Μη χειρουργικές:

Σε ηπιότερες περιπτώσεις ή όταν η γυναίκα δεν δύναται να χειρουργηθεί, υπάρχει η επιλογή των ασκήσεων πυελικού εδάφους. Αυτές στοχεύουν στην ενδυνάμωση των μυών του πυελικού εδάφους και μπορεί να βοηθήσουν και με συμπτώματα ακράτειας ούρων ή κοπράνων. Ιδανικά, οι συγκεκριμένες ασκήσεις, τουλάχιστον στην αρχή, ενδείκνυται να γίνονται υπό την επίβλεψη εξειδικευμένου φυσιοθεραπευτή.

Εναλλακτικά, ή και σε συνδυασμό με τις ασκήσεις πυελικού εδάφους, μπορεί να γίνει χρήση κολπικών πεσσών. Πρόκειται για ειδικά κατασκευασμένες συσκευές, οι οποίες τοποθετούνται από τον γυναικολόγο στον κόλπο, και οι οποίες υποστηρίζουν τους ιστούς, κρατώντας τη μήτρα στην ανατομική της θέση. Αν και είναι καλά ανεκτοί από αρκετές ασθενείς, μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα κατά την σεξουαλική επαφή, ενώ δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο να μην κρατηθούν στη θέση τους και να πέσουν. Υπάρχουν διάφορα σχέδια και διάφορα μεγέθη, ενώ μπορεί να χρειαστεί να δοκιμαστούν διαφορετικές επιλογές μέχρι να καταλήξετε στην καλύτερη δυνατή επιλογή. Επίσης, χρειάζονται αλλαγή ανά διάστημα λίγων μηνών, διαφορετικά η αφαίρεσή τους μπορεί να γίνει τραυματική και δύσκολη.

Χειρουργικές:

Αποτελούν την αποτελεσματικότερη λύση και σχετίζονται με εξαιρετικά αποτελέσματα, στα χέρια χειρουργών με κατάλληλη εμπειρία. Η κυριότερη προσέγγιση είναι η κολπική χειρουργική, ωστόσο, τα τελευταία χρόνια έχει κερδίσει σημαντικό έδαφος και η λαπαροσκοπική χειρουργική προσέγγιση.

Κολπική υστερεκτομή: η μήτρα αφαιρείται μέσα από τον κόλπο, χωρίς τομές στην κοιλιά. Κατά περίπτωση, μπορούν να αφαιρεθούν και οι ωοθήκες κολπικά. Το πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι οι σύνδεσμοι παραμένουν χαλαροί και μετά την υστερεκτομή, με κίνδυνο πρόπτωσης του κολπικού κολοβώματος. Για τον λόγο αυτό, ο χειρουργός μπορεί να επιλέξει, στο τέλος της υστερεκτομής, να συρράψει το κολπικό κολόβωμα σε συνδέσμους της πυέλου (π.χ. sacrospinous fixation). Μιας και η πρόπτωση μήτρας, συχνά, συνοδεύεται με κυστεοκήλη και/ή ορθοκήλη, μπορεί να συνοδευτεί η υστερεκτομή από επέμβαση κολπορραφίας (Αν και αυξάνεται ο κίνδυνος δημιουργίας συμφύσεων στον κόλπο και πόνου κατά την σεξουαλική επαφή).

Λαπαροσκοπική ανάρτηση με χρήση πλέγματος:

Με όλα τα πλεονεκτήματα της ελάχιστα επεμβατικής χειρουργικής (ταχύτερη ανάρρωση, λιγότερος πόνος, καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα) έναντι του ανοικτού χειρουργείου, είμαστε σε θέση να τοποθετήσουμε με μεγάλη ασφάλεια και αποτελεσματικότητα πλέγματα λαπαροσκοπικά. Συνήθως, πραγματοποιείται, στην αρχή της επέμβασης, λαπαροσκοπική υστερεκτομή (ολική ή υφολική) και, κατόπιν, ο τράχηλος της μήτρας (ή ο κόλπος, σε περίπτωση ολικής υστερεκτομής) αναρτάται, με τη χρήση πλεγμάτων τα οποία συρράφονται σε ισχυρούς συνδέσμους της πυέλου. Τέτοιες επεμβάσεις είναι η λαπαροσκοπική κτενιοπηξία, καθώς και η ιεροπηξία. Αξίζει να σημειωθεί πως τα εξαιρετικά αποτελέσματα των τεχνικών αυτών μπορούν να επιτευχθούν και χωρίς υστερεκτομή, σε γυναίκες που επιθυμούν να διατηρήσουν τη μήτρα τους.

Αν αντιμετωπίζετε πρόβλημα με πρόπτωση μήτρας, μη διστάσετε να επικοινωνήσετε μαζί μας. Ο Δρ Γρηγοριάδης Γεώργιος, μετά από πολυετή εκπαίδευση στην λαπαροσκοπική και κολπική χειρουργική σε κέντρα της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας, διαθέτει μεγάλη εμπειρία στην πραγματοποίηση ελάχιστα επεμβατικών μεθόδων για την επιτυχή χειρουργική αποκατάσταση της πρόπτωσης μήτρας.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *