Τι είναι τα ινομυώματα;

Τα ινομυώματα της μήτρας αποτελούν πολύ συχνούς, καλοήθεις όγκους που εμφανίζονται κατά την αναπαραγωγική ηλικία της γυναίκας και μπορεί να προκαλέσουν πολλά, διαφορετικά συμπτώματα (ενώ, σε έναν αριθμό περιπτώσεων, δεν δίνουν κανένα σύμπτωμα). Στα πιο κοινά συμπτώματα περιλαμβάνονται η σημαντική απώλεια αίματος κατά την περίοδο και, σε μεγάλα ινομυώματα, φαινόμενα από την πίεση που αυτά ασκούν σε άλλα όργανα. Σημαντική, επίσης, είναι η σχέση συγκεκριμένων τύπων ινομυωμάτων με την υπογονιμότητα.  Αν και συχνά αφαιρούνται χειρουργικά, δεν είναι απαραίτητη η χειρουργική επέμβαση σε όλες τις περιπτώσεις.

dr_georgios_grigoriadis_ser_img_Προληπτικός Γυναικολογικός Έλεγχος

Τι προκαλεί τα ινομυώματα;

Αν και δεν είναι ξεκάθαρη η ακριβής αιτιολογία, γνωρίζουμε πως τα ινομυώματα (γνωστά κι ως λειομυώματα) είναι ευαίσθητα στα οιστρογόνα (γι’ αυτό και συχνά υποστρέφουν μετά την εμμηνόπαυση, οπότε και τα επίπεδα των οιστρογόνων πέφτουν ραγδαία). Αναγνωρίζουμε, επίσης, συγκεκριμένους «παράγοντες κινδύνου» για την εμφάνισή τους: αφρικανική φυλή, οικογενειακό ιστορικό, παχυσαρκία, υπέρταση, ανεπάρκεια βιταμίνης D κ.ά.

Πώς γίνεται η διάγνωση;

 Τα ινομυώματα είναι δυνατόν να διαγνωστούν με ακρίβεια με μη-επεμβατικές, απεικονιστικές μεθόδους. Το διακολπικό υπερηχογράφημα (2D ή 3D) συνήθως επαρκεί για τη διάγνωση, ωστόσο, στην περίπτωση πολλαπλών ινομυωμάτων τα οποία πρόκειται να αφαιρεθούν χειρουργικά, η μαγνητική τομογραφία πυέλου (MRI) μπορεί να προσφέρει εξαιρετικά σημαντικές πληροφορίες. Σαφώς, οι επεμβατικές μέθοδοι (υστεροσκόπηση, λαπαροσκόπηση) προσφέρουν το πλεονέκτημα της διάγνωσης, θεραπείας και ιστολογικής εξέτασης του ινομυώματος. Όσον αφορά τους διάφορους αιματολογικούς δείκτες (π.χ. Ca-125), είναι συχνά αυξημένοι σε γυναίκες με ινομυώματα, ωστόσο, αυτό δε βάζει τη διάγνωση, μιας και μπορεί να είναι αυξημένοι και σε άλλες καταστάσεις (π.χ. ενδομητρίωση, πυελική φλεγμονώδης νόσος).

Τύποι ινομυωμάτων:

Τα ινομυώματα μπορεί να έχουν πολλές διαφορετικές θέσεις σε σχέση με το τοίχωμα της μήτρας και να λάβουν διάφορα μεγέθη. Η πιο γνωστή κι αποδεκτή διεθνώς ταξινόμηση των ινομυωμάτων είναι αυτή κατά FIGO. Τα ινομυώματα διακρίνονται από type 0 έως και 8, ανάλογα με τη θέση τους σε σχέση με το ενδομήτριο (το εσωτερικό της μήτρας) και το μυομήτριο (το μυϊκό τοίχωμα της μήτρας). Για να μην περιπλέξουμε τα πράγματα περαιτέρω, ας αναγνωρίσουμε 3 κύριους τύπους ινομυωμάτων:

  • Υποβλεννογόνια: Αναπτύσσονται προς το εσωτερικό της μήτρας (ενδομήτριο). Προκαλούν, συνεπώς, σημαντική διαστρέβλωση στη φυσιολογική ανατομία της κοιλότητας της μήτρας και σχετίζονται με σημαντική απώλεια αίματος κατά την περίοδο ενώ, συχνά, έχουν αρνητικό αντίκτυπο στη γυναικεία γονιμότητα.
  • Ενδοτοιχωματικά: Τα ινομυώματα αυτά αναπτύσσονται μέσα στο μυϊκό τοίχωμα της μήτρας (μυομήτριο). Συχνά, μπορεί να είναι τελείως ασυμπτωματικά και να χρήζουν απλής παρακολούθησης, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις (π.χ. μεγάλο μέγεθος) μπορεί να προκαλέσουν συμπτώματα και να απαιτήσουν κατάλληλη αντιμετώπιση.
  • Υποορογόνια: Αυτά αναπτύσσονται προς το εξωτερικό της μήτρας. Είναι συνήθως ασυμπτωματικά, εκτός από όταν αποκτούν μεγάλες διαστάσεις, οπότε και μπορούν να προκαλέσουν πιεστικά φαινόμενα από άλλα όργανα (π.χ. ουροδόχο κύστη).

Μέθοδοι αντιμετώπισης των ινομυωμάτων:

Είναι προφανές πως δεν είναι απαραίτητο να αφαιρούνται όλα τα ινομυώματα. Για παράδειγμα, σε γυναίκες που το ινομύωμα είναι τυχαίο εύρημα στα πλαίσια προληπτικού ελέγχου, δεν δίνει κανένα σύμπτωμα κι η γυναίκα δεν επιθυμεί να μείνει έγκυος, είναι απόλυτα λογικό να συστήσουμε τακτική παρακολούθηση με διακολπικό υπερηχογράφημα.

Αν ενδείκνυται η αντιμετώπιση, η επιλογή της κατάλληλης μεθόδου εξαρτάται, μεταξύ άλλων, από τη βαρύτητα των συμπτωμάτων, τον τύπο και το μέγεθος του ινομυώματος καθώς και την επιθυμία της γυναίκας να αποκτήσει (και άλλα) παιδιά ή όχι. Σε περιπτώσεις μικρών ινομυωμάτων, μπορεί να δοκιμαστεί η χρήση ορμονικής αντισύλληψης από το στόμα ή η χρήση του ενδομήτριου σπιράλ λεβονοργεστρέλης (Mirena). Εφόσον ενδείκνυται χειρουργική αφαίρεση, είτε λόγω συμπτωμάτων είτε λόγω υπογονιμότητας, αυτή μπορεί να γίνει, από κατάλληλα εκπαιδευμένους χειρουργούς, με τη χρήση ελάχιστα επεμβατικών μεθόδων (Υστεροσκόπηση, Λαπαροσκόπηση). Τα ινομυώματα που προβάλλουν στην κοιλότητα της μήτρας μπορούν να αφαιρεθούν υστεροσκοπικά, ενώ, τα υπόλοιπα μπορούν να αφαιρεθούν λαπαροσκοπικά. Στην λαπαροσκοπική αφαίρεση, το ινομύωμα πρέπει να τεμαχιστεί σε μικρά κομμάτια, πριν αφαιρεθεί μέσω των μικρών τομών στο κοιλιακό τοίχωμα της ασθενούς.

Σχετίζονται τα ινομυώματα με υπογονιμότητα;

Αν και η αρνητική επίδραση των υποβλεννογόνιων ινομυωμάτων στην αναπαραγωγική δυνατότητα της γυναίκας είναι γενικά αποδεκτή, ο ρόλος των ενδοτοιχωματικών ινομυωμάτων είναι λιγότερο ξεκάθαρος. Η σωστή επιλογή είναι περίπλοκη και η συμβουλευτική πρέπει να γίνεται από γυναικολόγους με εξειδίκευση και σημαντική εμπειρία στο κομμάτι της αναπαραγωγικής χειρουργικής.

Εγκυμοσύνη και ινομυώματα:

Η ακριβής επίδραση του ινομυώματος στην πορεία και την έκβαση της εγκυμοσύνης σχετίζεται, μεταξύ άλλων, με τη θέση και το μέγεθος των ινομυωμάτων. Στις πιθανές επιδράσεις τους περιλαμβάνονται: αποβολή, πρόωρος τοκετός, εκφύλιση ινομυώματος (προκαλεί έντονο κοιλιακό πόνο), μη κεφαλική προβολή του εμβρύου, αυξημένη πιθανότητα καισαρικής τομής και κίνδυνος αιμορραγίας μετά τον τοκετό κ.ά.

΄Οσον αφορά, δε, την εγκυμοσύνη μετά τη χειρουργική αφαίρεση ινομυώματος, συστήνεται διάστημα τουλάχιστον 4 μηνών μετά το χειρουργείο, το οποίο θα επιτρέψει την καλύτερη επούλωση της μήτρας. Η εγκυμοσύνη μετά την ινομυωματεκτομή (αφαίρεση του ινομυώματος) θεωρείται υψηλού κινδύνου και χρήζει στενής παρακολούθησης κατά τη διάρκεια της και περάτωση, κατά κανόνα, με καισαρική τομή.

Ινομυώματα και κίνδυνος καρκίνου:

Όπως αναφέρθηκε νωρίτερα, τα ινομυώματα είναι, εξ’ ορισμού, καλοήθη. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει πως δεν υπάρχει καμία περίπτωση αυτό που μοιάζει καλόηθες ινομύωμα να αποδειχτεί, τελικά κακοήθεια (δηλαδή καρκίνος). Το λειομυοσάρκωμα μήτρας είναι μια εξαιρετικά σπάνια γυναικολογική κακοήθεια, με συχνότητα πολύ μικρότερη του 1%. Αν και είναι, συχνά, δύσκολο να πούμε αν πρόκειται για κακοήθεια βασιζόμενοι μόνο στις απεικονιστικές εξετάσεις, στοιχεία όπως η απότομη αύξηση του μεγέθους συχνά αποτελούν ένδειξη χειρουργικής αφαίρεσης, ώστε να αποκλειστεί το ενδεχόμενο κακοήθειας.

Κλείνοντας, θα λέγαμε πως το ινομυώματα είναι μια πολύ συχνή γυναικολογική πάθηση. Τα συμπτώματα που προκαλούν και η επίδραση στη γονιμότητα διαφέρουν από περιστατικό σε περιστατικό. Χρήζουν παρακολούθησης αλλά η χειρουργική τους αφαίρεση δεν είναι μονόδρομος. Η επιλογή της κατάλληλης μεθόδου αντιμετώπισης, ειδικά σε γυναίκες που δεν έχουν ολοκληρώσει την τεκνοποίηση, απαιτεί λεπτομερή συμβουλευτική από γυναικολόγους με κατάλληλη εκπαίδευση και εμπειρία.

Εμπιστευτείτε τον Δρ. Γρηγοριάδη Γεώργιο τόσο για τη διάγνωση και παρακολούθηση όσο και την αφαίρεση (αν χρειαστεί) του ινομυώματος σας. Ο ιατρός διαθέτει μεγάλη εμπειρία και εξειδίκευση στις μεθόδους ελάχιστα επεμβατικής χειρουργικής αφαίρεσης των ινομυωμάτων (υστεροσκοπική αφαίρεση ινομυώματος, λαπαροσκοπική αφαίρεση ινομυώματος).