Η ναυτία και ο έμετος είναι κοινά συμπτώματα κατά την εγκυμοσύνη, ειδικά κατά το 1ο τρίμηνο, και απασχολούν έως και 8 στις 10 έγκυες γυναίκες. Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα συμπτώματα βελτιώνονται σημαντικά μετά τις 12 εβδομάδες, αν και, σπανιότερα, μπορούν να επιμείνουν. Στο 90%, τα συμπτώματα υποχωρούν μέχρι τις 20 εβδομάδες.

Πρόκειται για σοβαρότερη κατάσταση επίμονων εμέτων και ναυτίας, οι οποίες μπορεί να οδηγήσουν σε αφυδάτωση της εγκύου και ηλεκτρολυτικές διαταραχές. Προσβάλλει περίπου το 3% των κυήσεων.

Εν πολλοίς, οφείλεται στη δράση της ορμόνης χοριακή γοναδοτροπίνη (hcg). Το γιατί, όμως, εμφανίζουν υπερέμεση μόνο συγκεκριμένες (και όχι όλες) οι έγκυες γυναίκες οφείλεται, ενδεχομένως, σε γενετικές διαφορές, οι οποίες οδηγούν τις έγκυες με υπερέμεση να έχουν υψηλότερα επίπεδα GDF-15, μιας ορμόνης που παράγεται από τον πλακούντα. Παράγοντες που αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης υπερέμεσης είναι:

  • Η πολύδυμη κύηση
  • Προηγούμενη εγκυμοσύνη με υπερέμεση
  • Τροφοβλαστική νόσος της κύησης

Δεν αποδίδονται όλα τα περιστατικά πολλαπλών και επίμονων εμέτων κατά την εγκυμοσύνη σε υπερέμεση. Άλλες καταστάσεις που μπορεί να προκαλέσουν παρόμοια συμπτώματα είναι οι ακόλουθες:

  • Γαστρεντερίτιδα
  • Γαστρικό έλκος
  • Χολοκυστίτιδα
  • Παγκρεατίτιδα
  • Ουρολοίμωξη
  • Μεταβολικές ή νευρολογικές παθήσεις
  • Φαρμακευτικές αγωγές

Αρχικά, δοκιμάστε μικρά και συχνά γεύματα, αποφεύγοντας αυτά τα φαγητά που σας πέφτουν ‘’βαριά’’. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να παραμείνετε καλά ενυδατωμένη. Πίνετε, λοιπόν, συχνά, μικρές ποσότητες νερού. Η λήψη συμπληρωμάτων με ginger μπορεί να βοηθήσει τα συμπτώματα, καθώς και η λήψη σκευασμάτων που μειώνουν το Ph του στομάχου. Από εκεί και πέρα, υπάρχει πληθώρα σκευασμάτων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την υπερέμεση. Αν δεν έχετε την επιθυμητή βελτίωση, μπορείτε να δοκιμάσετε συνδυασμό σκευασμάτων από του στόματος, με βάση τις οδηγίες του μαιευτήρα. Σε σπάνιες περιπτώσεις που τα συμπτώματα δεν ανταποκρίνονται στην από του στόματος αγωγή, μπορεί να απαιτηθεί η εισαγωγή στο νοσοκομείο για ενυδάτωση με χορήγηση υγρών ενδοφλεβίως, χορήγηση ισχυρών αντιεμετικών, βιταμινών και αντιπηκτικών ενέσεων. Σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις μη ανταπόκρισης και επιμονής των έντονων συμπτωμάτων πέραν των 20 εβδομάδων κύησης, μπορεί να απαιτηθεί και η χορήγηση κορτιζόνης, η οποία, ωστόσο, μπορεί να οδηγήσει σε καθυστέρηση ενδομήτριας ανάπτυξης του εμβρύου, οπότε και απαιτείται στενή παρακολούθηση της ανάπτυξής του.

Στην συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, η κατάσταση είναι ακίνδυνη για το έμβρυο (ή έμβρυα), πέραν των πολύ δυσάρεστων συμπτωμάτων για τη μητέρα. Οι μόνες περιπτώσεις που μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα αφορούν τα σοβαρά περιστατικά υπερέμεσης. Όσον αφορά τη μητέρα, μπορεί να οδηγήσουν σε σοβαρή αφυδάτωση και ηλεκτρολυτικές διαταραχές, οι οποίες και πρέπει να διορθωθούν, συνήθως με εισαγωγή στο νοσοκομείο. Η σοβαρή αφυδάτωση, σε συνδυασμό με την περιορισμένη κινητικότητα, αυξάνουν τον κίνδυνο για την ανάπτυξη φλεβοθρόμβωσης, οπότε είναι σημαντική η χορήγηση αντιπηκτικών ενέσεων. Όσον αφορά το έμβρυο, η σοβαρή υπερέμεση μπορεί να οδηγήσει σε υποσιτισμό της εγκύου, οπότε το έμβρυο δεν λαμβάνει όλα τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά μέσω του πλακούντα. Είναι σημαντική η χορήγηση βιταμινούχων συμπληρωμάτων, καθώς και η τακτική παρακολούθηση της ανάπτυξης του εμβρύου με υπερηχογραφήματα.

Εμπιστευθείτε τον Δρ. Γρηγοριάδη Γεώργιο για τη μαιευτική φροντίδα σας. Ο ιατρός είναι διαπιστευμένο μέλος του Βασιλικού Κολλεγίου Μαιευτήρων- Γυναικολόγων του Ηνωμένου Βασιλείου (RCOG), με μεγάλη εμπειρία στις κυήσεις υψηλού κινδύνου.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *